Γιάννης Σελιμάς
Περιβαλλοντολόγος-Μ.sc Oικονομική&Περιφερειακή Ανάπτυξη
Σύμβουλος Διαχείρισης Περιβάλλοντος Φ.Δ/Λ.Μ
Εργαστηριακός Συνεργάτης ΤΕΙ Μεσολογγίου
Mε αρκετές καθυστερήσεις έληξε τέλος Δεκέμβρη η τρίτη προγραμματική περίοδος για την Ελλάδα (2000-2006) και ξεκίνησε η τέταρτη προγραμματική περίοδος (2007-2013). Η νέα αυτή περίοδος σημαδεύεται από τέσσερα ξεχωριστά γεγονότα που είναι: α) Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης β) Η αναδιάρθρωση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής γ) Η καταψήφιση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος δ) Η παγκόσμια οικονομική κρίση . Οι εξελίξεις αυτές συνδέονται άμεσα με το ύψος αλλά και τη διάρθρωση του Δ` Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης το οποίο αφορά καίρια τη χώρα μας και στην προκειμένη περίπτωση την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας. Αυτές οι εξελίξεις σε συνδυασμό με την καθυστερημένη απορρόφηση κονδυλίων από το Γ ` Κ.Π.Σ και τη δημιουργία αιρετών περιφερειών που θα μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν συνολικά από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ε.Ε, δημιουργούν ένα νέο ευρωπαϊκό και εθνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας καλείται να κινηθεί με ευελιξία, δημιουργικότητα και διορατικότητα. Η «Πολιτική για τη Συνοχή» που μαζί με τη Νομισματική Ένωση και την Ενιαία Αγορά αποτελεί έναν από τους τρεις βασικούς Πυλώνες των ευρωπαϊκών πολιτικών, δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη δράση των κεντρικών κρατών χωρίς τη συμμετοχή των περιφερειών και των πόλεων. Μόνο μια Ευρώπη των Περιφερειών μπορεί να οδηγήσει σε μια Ευρώπη των Πολιτών.
Στο πλαίσιο αυτό η Περιφέρεια αναδεικνύεται σαν το προνομιακό επίπεδο του χώρου για την εφαρμογή των ευρωπαϊκών πολιτικών που στοχεύουν στη Συνοχή και την οικοδόμηση ενός ενιαίου οικονομικού και κοινωνικού χώρου. Έτσι το υπερεθνικό στοιχείο(η Ευρώπη) και το τοπικό στοιχείο(η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας) βρίσκονται σε μια νέα σχέση, που χωρίς να υποτιμά την εθνική συνιστώσα, αναδεικνύει καινούργιους δεσμούς. Το ζήτημα που τίθεται έντονα είναι αν οι περιφέρειες είναι έτοιμες να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αυτών των νέων ρόλων και εάν διαθέτουν αυτή την εσωτερική δομή, ταυτότητα και οργάνωση για να αδράξουν αποτελεσματικά τις ευκαιρίες υπό το πρίσμα της Διοικητικής Αναδιάρθρωσης της χώρας (Σχέδιο Καλλικράτης).
Η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας μέσα σε ένα πλαίσιο δυνατοτήτων(πανεπιστημιακά ιδρύματα, γεωπολιτική θέση, υποδομές, υδάτινοι πόροι) αλλά και περιορισμών(αποβιομηχάνιση, προβληματική κλαδική διάρθρωση, ανεργία) εμφανίζει ένα ιδιαίτερο μειονέκτημα που ταλανίζει διαχρονικά την ικανότητα της να διεκδικήσει εξωτερικά και να συντονίσει εσωτερικά, προγράμματα, δράσεις, έργα και πολιτικές. Το μειονέκτημα αυτό αναφέρεται στην αδυναμία συγκρότησης μιας ικανής συνείδησης και ταυτότητας Περιφέρειας που θα μοιράζονται από κοινού οι τρεις νομοί(Αιτωλοακαρνανίας, Ηλείας, Αχαΐας) σε οικονομικό, θεσμικό, κοινωνικό, πολιτισμικό, επιχειρηματικό και τελικά πολιτικό επίπεδο. Η αναπτυξιακή υστέρηση που παρατηρείται(με βάση το κατά κεφαλή προϊόν η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας κατατάσσεται στην 11η θέση ανάμεσα σε 13 περιφέρειες) και αποτυπώνεται στους δείκτες ευημερίας, οφείλεται κυρίως στην έλλειψη μιας συγκροτημένης περιφερειακής συνείδησης που θα οικοδομούσε πολιτικές συνέργιας, θα προωθούσε τη μεταφορά καλών πρακτικών από νομό σε νομό, θα μείωνε πιθανούς ανταγωνισμούς που οδηγούν σε παίγνια μηδενικού αθροίσματος, θα ελαχιστοποιούσε τοπικιστικές λογικές χωρίς αναπτυξιακό αντίκρισμα και θα πετύχαινε να διεκδικήσει αποτελεσματικά από την κεντρική εξουσία αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση προγράμματα και έργα με στόχο την ανάπτυξη της Περιφέρειας.
Η κατασκευή της Γέφυρας Ρίου- Αντιρρίου είναι ένα μεγάλο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Αίρει σε υψηλό βαθμό τη γεωγραφική ασυνέχεια μεταξύ της Αιτωλοακαρνανίας και της Αχαΐας, Ηλείας δημιουργώντας νέες προοπτικές για τη μεταφορά αγαθών, υπηρεσιών, ανθρώπων και ιδεών. Μπορεί να αποτελέσει τη Γέφυρα της Περιφέρειας με το Μέλλον αν συνδυαστεί με ένα σύνολο πολιτικών που θα στοχεύουν όχι μόνο στην χωρική ενοποίηση αλλά και στην αναπτυξιακή συνοχή που δυστυχώς λείπει. Η συγκρότηση κοινής περιφερειακής συνείδησης περνά κυρίως μέσα από την άρση των ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων τόσο στην κατανομή των κονδυλίων όσο και στην επίτευξη ρυθμών ανάπτυξης.
Σε μια Περιφέρεια όπου το 1999 το κατά κεφαλή ΑΕΠ ανά Νομό ως ποσοστό του εθνικού μέσου όρου ήταν 74,3% για την Αιτωλοακαρνανία, 89,6 % για την Αχαΐα και 75,6% για την Ηλεία , η κατανομή των κονδυλίων του Γ` Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος ήταν και είναι 24% για την Αιτωλοακαρνανία, 36% για την Αχαΐα και 32% για την Ηλεία. Αυτή η άνιση κατανομή φυσικά αναπαράγει αντί να εξομαλύνει τις ανισότητες και δημιουργεί συγκρουσιακές καταστάσεις με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να μην είναι συμμετοχική αλλά επιλεκτική και επομένως μη περιφερειακή. Η λειτουργία της Περιφέρειας ως Περιφέρειας είναι επιτακτική μπροστά στις προκλήσεις του Δ` Κ.Π.Σ και θα είναι επιπλέον δημιουργική για κάθε Πολίτη της Περιφέρειας στο βαθμό που γίνει συμμετοχική, ανοιχτή και δίκαιη στον καθένα από αυτούς είτε είναι από το Αγρίνιο, είτε από την Αμαλιάδα, είτε από την Πάτρα, είτε από το Μεσολόγγι είτε από κάθε γωνία αυτής της Περιφέρειας.
Περιβαλλοντολόγος-Μ.sc Oικονομική&Περιφερειακή Ανάπτυξη
Σύμβουλος Διαχείρισης Περιβάλλοντος Φ.Δ/Λ.Μ
Εργαστηριακός Συνεργάτης ΤΕΙ Μεσολογγίου
Mε αρκετές καθυστερήσεις έληξε τέλος Δεκέμβρη η τρίτη προγραμματική περίοδος για την Ελλάδα (2000-2006) και ξεκίνησε η τέταρτη προγραμματική περίοδος (2007-2013). Η νέα αυτή περίοδος σημαδεύεται από τέσσερα ξεχωριστά γεγονότα που είναι: α) Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης β) Η αναδιάρθρωση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής γ) Η καταψήφιση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος δ) Η παγκόσμια οικονομική κρίση . Οι εξελίξεις αυτές συνδέονται άμεσα με το ύψος αλλά και τη διάρθρωση του Δ` Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης το οποίο αφορά καίρια τη χώρα μας και στην προκειμένη περίπτωση την Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας. Αυτές οι εξελίξεις σε συνδυασμό με την καθυστερημένη απορρόφηση κονδυλίων από το Γ ` Κ.Π.Σ και τη δημιουργία αιρετών περιφερειών που θα μπορέσουν να χρηματοδοτηθούν συνολικά από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ε.Ε, δημιουργούν ένα νέο ευρωπαϊκό και εθνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας καλείται να κινηθεί με ευελιξία, δημιουργικότητα και διορατικότητα. Η «Πολιτική για τη Συνοχή» που μαζί με τη Νομισματική Ένωση και την Ενιαία Αγορά αποτελεί έναν από τους τρεις βασικούς Πυλώνες των ευρωπαϊκών πολιτικών, δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη δράση των κεντρικών κρατών χωρίς τη συμμετοχή των περιφερειών και των πόλεων. Μόνο μια Ευρώπη των Περιφερειών μπορεί να οδηγήσει σε μια Ευρώπη των Πολιτών.
Στο πλαίσιο αυτό η Περιφέρεια αναδεικνύεται σαν το προνομιακό επίπεδο του χώρου για την εφαρμογή των ευρωπαϊκών πολιτικών που στοχεύουν στη Συνοχή και την οικοδόμηση ενός ενιαίου οικονομικού και κοινωνικού χώρου. Έτσι το υπερεθνικό στοιχείο(η Ευρώπη) και το τοπικό στοιχείο(η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας) βρίσκονται σε μια νέα σχέση, που χωρίς να υποτιμά την εθνική συνιστώσα, αναδεικνύει καινούργιους δεσμούς. Το ζήτημα που τίθεται έντονα είναι αν οι περιφέρειες είναι έτοιμες να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις αυτών των νέων ρόλων και εάν διαθέτουν αυτή την εσωτερική δομή, ταυτότητα και οργάνωση για να αδράξουν αποτελεσματικά τις ευκαιρίες υπό το πρίσμα της Διοικητικής Αναδιάρθρωσης της χώρας (Σχέδιο Καλλικράτης).
Η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας μέσα σε ένα πλαίσιο δυνατοτήτων(πανεπιστημιακά ιδρύματα, γεωπολιτική θέση, υποδομές, υδάτινοι πόροι) αλλά και περιορισμών(αποβιομηχάνιση, προβληματική κλαδική διάρθρωση, ανεργία) εμφανίζει ένα ιδιαίτερο μειονέκτημα που ταλανίζει διαχρονικά την ικανότητα της να διεκδικήσει εξωτερικά και να συντονίσει εσωτερικά, προγράμματα, δράσεις, έργα και πολιτικές. Το μειονέκτημα αυτό αναφέρεται στην αδυναμία συγκρότησης μιας ικανής συνείδησης και ταυτότητας Περιφέρειας που θα μοιράζονται από κοινού οι τρεις νομοί(Αιτωλοακαρνανίας, Ηλείας, Αχαΐας) σε οικονομικό, θεσμικό, κοινωνικό, πολιτισμικό, επιχειρηματικό και τελικά πολιτικό επίπεδο. Η αναπτυξιακή υστέρηση που παρατηρείται(με βάση το κατά κεφαλή προϊόν η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας κατατάσσεται στην 11η θέση ανάμεσα σε 13 περιφέρειες) και αποτυπώνεται στους δείκτες ευημερίας, οφείλεται κυρίως στην έλλειψη μιας συγκροτημένης περιφερειακής συνείδησης που θα οικοδομούσε πολιτικές συνέργιας, θα προωθούσε τη μεταφορά καλών πρακτικών από νομό σε νομό, θα μείωνε πιθανούς ανταγωνισμούς που οδηγούν σε παίγνια μηδενικού αθροίσματος, θα ελαχιστοποιούσε τοπικιστικές λογικές χωρίς αναπτυξιακό αντίκρισμα και θα πετύχαινε να διεκδικήσει αποτελεσματικά από την κεντρική εξουσία αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση προγράμματα και έργα με στόχο την ανάπτυξη της Περιφέρειας.
Η κατασκευή της Γέφυρας Ρίου- Αντιρρίου είναι ένα μεγάλο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Αίρει σε υψηλό βαθμό τη γεωγραφική ασυνέχεια μεταξύ της Αιτωλοακαρνανίας και της Αχαΐας, Ηλείας δημιουργώντας νέες προοπτικές για τη μεταφορά αγαθών, υπηρεσιών, ανθρώπων και ιδεών. Μπορεί να αποτελέσει τη Γέφυρα της Περιφέρειας με το Μέλλον αν συνδυαστεί με ένα σύνολο πολιτικών που θα στοχεύουν όχι μόνο στην χωρική ενοποίηση αλλά και στην αναπτυξιακή συνοχή που δυστυχώς λείπει. Η συγκρότηση κοινής περιφερειακής συνείδησης περνά κυρίως μέσα από την άρση των ενδοπεριφερειακών ανισοτήτων τόσο στην κατανομή των κονδυλίων όσο και στην επίτευξη ρυθμών ανάπτυξης.
Σε μια Περιφέρεια όπου το 1999 το κατά κεφαλή ΑΕΠ ανά Νομό ως ποσοστό του εθνικού μέσου όρου ήταν 74,3% για την Αιτωλοακαρνανία, 89,6 % για την Αχαΐα και 75,6% για την Ηλεία , η κατανομή των κονδυλίων του Γ` Περιφερειακού Επιχειρησιακού Προγράμματος ήταν και είναι 24% για την Αιτωλοακαρνανία, 36% για την Αχαΐα και 32% για την Ηλεία. Αυτή η άνιση κατανομή φυσικά αναπαράγει αντί να εξομαλύνει τις ανισότητες και δημιουργεί συγκρουσιακές καταστάσεις με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να μην είναι συμμετοχική αλλά επιλεκτική και επομένως μη περιφερειακή. Η λειτουργία της Περιφέρειας ως Περιφέρειας είναι επιτακτική μπροστά στις προκλήσεις του Δ` Κ.Π.Σ και θα είναι επιπλέον δημιουργική για κάθε Πολίτη της Περιφέρειας στο βαθμό που γίνει συμμετοχική, ανοιχτή και δίκαιη στον καθένα από αυτούς είτε είναι από το Αγρίνιο, είτε από την Αμαλιάδα, είτε από την Πάτρα, είτε από το Μεσολόγγι είτε από κάθε γωνία αυτής της Περιφέρειας.